- ρομανθέρο
- (romancero). Έτσι έχουν ονομαστεί οι παλιές συλλογές των romances, ισπανικών επικολυρικών ποιημάτων σε οκτασύλλαβους με ομοιοκαταληξία στους ζυγούς στίχους. Οι πρώτες συλλογές romances χρονολογούνται από τη δεύτερη πεντηκονταετία του 15ου αι. και εκδόθηκαν σχεδόν πάντα σε φέιγ-βολάν. Το πρώτο πραγματικό ρ., που τυπώθηκε μεταξύ 1545 και 1550, είναι η Συλλογή από ρομάνθες (Cancionero de romances) η λεγόμενη «sin ano» (χωρίς χρονολογία), την οποία ακολούθησαν πολλές άλλες, ανθολογικές ή κατά θέματα (π.χ. το Ρομανθέρο του Σιντ-Romancero del Cid κλπ.). Άλλη σημαντική έκδοση είναι εκείνη του Γενικού Ρομανθέρο (Romancero general της Μαδρίτης, 1600), που την ακολούθησαν, πάντα τον 17o αι., ανατυπώσεις και συμπληρώσεις.
Η συζήτηση γύρω από το πρόβλημα της καταγωγής της romance έγινε έντονη με την αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος για τη λαϊκή ποίηση και με την άνθηση των φιλολογικών μελετών: η θεωρία που γίνεται σήμερα γενικά δεκτή είναι εκείνη –που υποστηρίχτηκε ήδη από τον Βενεζολάνο Αντρές Μπέλο (1781-1865), διαμορφώθηκε κατόπιν από τον Μιλά ι Φοντανάλς (1818-1884) και αναπτύχθηκε από τον Μενέντεθ ι Πελάγιο και τον Μενέντεθ Πιδάλ– σύμφωνα με την οποία η romance κατάγεται από τα παλιά ποιήματα ηρωικών πράξεων ή επικά. Πράγματι, το ανανεωμένο λαϊκό γούστο φαίνεται ότι απομόνωσε από τα ποιήματα αυτά αποσπάσματα και επεισόδια που του άρεσαν περισσότερο και, κάνοντας τον ρυθμό ζωηρότερο και πιο ευκίνητο, τους πρόσθεσε νέα στοιχεία ρομαντικά και λυρικά (ο ίδιος ο οκταρύλλαβος στίχος φαίνεται μεταγραφή του στίχου των 16 συλλαβών με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία σε δυο ημιστίχια). Κατά την ταξινόμηση που έχει γίνει γενικά παραδεχτή, οι romances χωρίζονται σε viejos (παλαιές), eruditos (λόγιες) και artisticos (καλλιτεχνικές). Οι πρώτες, ανώνυμες, που μεταδόθηκαν προφορικά, έχουν συγκεντρωθεί, ανάλογα με το θέμα, σε ομάδες ιστορικές (που χρησιμοποιούν τα παραδοσιακά θέματα του ισπανικού έπους), ιπποτικές (καρολίγγειος και βρετονικός κύκλος), λυρικές (με ερωτικό χαρακτήρα), αφηγηματικές (παρμένες από κλασικούς ή μεσαιωνικούς θρύλους ή από τη μυθολογία) και fronterizos (εκείνες που εξυμνούν τους αγώνες μεταξύ μαυριτανών και χριστιανών). Οι λόγιες romances είναι μιμήσεις ή διασκευές των παλιών romances από ποιητές του 16ου αι. Οι καλλιτεχνικές, τέλος, είναι πρωτότυπες συνθέσεις ποιητών σαν τους Λόπε ντε Βέγκα, Θερβάντες, Τίρσο ντε Μολίνα, Kέβεδο, Γκόνγκορα κλπ. Η απέραντη αυτή ποιητική κληρονομιά (πλούσια πηγή από την οποία άντλησαν οι ποιητές όλων των εποχών) βρήκε με τον ρομαντισμό νέο ενδιαφέρον και άσκησε μεγάλη επίδραση τόσο στην Ισπανία (Ντούκε ντε Ρίβας, Θορίλια), όσο και στη Γαλλία (Ουγκό, Λεκόντ ντε Λιλ), στη Γερμανία (όπου μεταφράστηκε και μελετήθηκε με ενθουσιασμό· Χέρντερ Χόφμαν οι Σλέγκελ), στη Μεγάλη Βρετανία (όπου άφησε ίχνη στις μπαλάντες του 19ου αι. και σε ποιητές όπως οι Βύρων, Γουόλτερ Σκοτ κλπ.). Διατηρούμενη ζωντανή από τη λαϊκή παράδοση στην Ισπανία και στις χώρες της ισπανικής μετανάστευσης, στη σύγχρονη εποχή η romance έχει τους ποιητές της, μεταξύ των οποίων είναι ο Αντόνιο Ματσάδο και ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (Τσιγγάνικα τραγούδια).
* * *το, Νάκλ. (στην ισπαν.) συλλογή από ρομάντσες, από μπαλάντες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ισπ. romancero].
Dictionary of Greek. 2013.